εδωδιμοπωλείο

εδωδιμοπωλείο
το
κατάστημα όπου πουλιούνται εδώδιμα (βλ. λ.), παντοπωλείο, μπακάλικο.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • εδωδιμοπωλείο — το κατάστημα που πουλάει τρόφιμα, το παντοπωλείο. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στην εφημερίδα Ακρόπολις] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”